Τετάρτη 27 Απριλίου 2022

Η Ανάσταση του Χριστού στη ζωή μας

 

 

του πρεσβυτέρου

 Μιχαήλ Παπαθεοχάρη

 

 

Για σαράντα ημέρες από του Πάσχα, αναφωνούμε το Χριστός ανέστη. Το ψάλλουμε, στην αρχή αλλά και στο τέλος κάθε ακολουθίας, πλημυρίζει με χαρά το στόμα μας, γιατί νοιώθουμε, ζούμε, πιστεύουμε σε αυτή την ανάσταση του Χριστού μας, προσδοκώντας συνάμα και την δική μας προσωπική ανάσταση κατά την Δευτέρα παρουσία.

            Λέγοντας το Χριστός Ανέστη επισφραγίζουμε και εμείς αυτό που έζησαν, αυτό που γεύτηκαν εκείνο τον καιρό, οι απόστολοι, οι μυροφόροι γυναίκες αλλά και αυτός ο άπιστος Θωμάς. Και εμείς αναφωνούμε Χριστός Ανέστη και ας μην ήμασταν παρόντες εκείνο τον καιρό, και ας έχουν περάσει χιλιάδες χρόνια μετά, αλλά έχουμε να ομολογήσουμε ότι ο Χριστός μας, αυτός που έγινε άνθρωπος, εσταυρώθηκε και την Τρίτη ημέρα αναστήθηκε. Και έρχεται τώρα και πάντοτε ο Χριστός μας να μας πει τι; Ότι η Ανάστασή μου δεν ήταν κάτι προσωπικό αλλά έχει να κάνει με όλους τους ανθρώπους, έχει να κάνει με την συμμετοχή στην εν γένει ζωή της εκκλησίας. Η Ανάσταση προϋποθέτει την παρουσία μας στο ναό του Θεού. Είναι κάτι που το λησμονούμε, ιδίως στην εποχή μας. Ανάσταση σημαίνει λειτουργία. Σημαίνει θεία κοινωνία. Σημαίνει ότι δεν μένουμε μόνο στο υλικό γεγονός, αλλά ότι την γευόμαστε και πνευματικά. Και η Ανάσταση συνεχίζεται σε κάθε θεία λειτουργία.

Ανάσταση είναι η αγάπη. Και μάλιστα με ειρηνικό τρόπο. Αυτός που αποδέχεται την Ανάσταση αφήνει κατά μέρος κάθε κακία. Συγχωρεί, ειρηνεύει στην καρδιά του και επιλέγει την οδό της αγάπης. Είναι η παρουσία των Αγίων. Είναι η αίσθηση ότι ο κάθε χριστιανός είναι ένας ακόμη κρίκος στην αλυσίδα όλων όσων έχουν προηγηθεί και την ίδια στιγμή μετά από αυτόν θα έρθουν άλλοι. Η Ανάσταση συνοδεύεται από τον αγώνα για αγιότητα, για σχέση δηλαδή με το Χριστό και την ίδια στιγμή μεταφορά του μηνύματος που ο Αναστημένος Χριστός φέρει στον κόσμο:  ότι ο θάνατος πατήθηκε και τίποτε δεν μπορεί να φανεί πιο ισχυρό από την Ανάστασή του. Γι’  αυτό όποιος ζει την αγάπη, ανταλλάσσει το φιλί από την καρδιά του, αφήνει κατά μέρος κάθε εχθρότητα, γιατί νιώθει ότι δεν μπορεί μπροστά στο Χριστό να έχει εχθρούς και την ίδια στιγμή βλέπει ότι ο Χριστός μας συγχώρεσε όλους, τότε ζει την Ανάσταση αληθινά.

Τι λέμε στο απολυτίκιο της Αναστάσεως, «Θανάτω θάνατον πατήσας», με το θάνατό Του επάνω στο Σταυρό ο Χριστός πάτησε τον θάνατο όλων των ανθρώπων. Τον μεν σωματικό θα τον συντρίψει οριστικά με την Ανάσταση των Σωμάτων μας στη Δευτέρα Παρουσία, οπότε και όλοι θα ξαναπάρουμε αυτήν την ενότητα σώματος και ψυχής που σπάει την στιγμή του θανάτου, ενώ τον πνευματικό θάνατο τον συντρίβει από αυτήν εδώ την ζωή, με την υπακοή στο θέλημα του Θεού Πατέρα και την Αγάπη, που εκφράζεται για όσους πιστεύουν με την συμμετοχή μας στη ζωή και στα μυστήρια της Εκκλησίας. Έτσι μας χαρίζεται η Ζωή.

Οι άνθρωποι που δεν πιστεύουν στην Ανάσταση είναι σαν να βρίσκονται στα μνήματα. Όποιος δεν αγαπά είναι σαν νεκρός. Γι’  αυτό και χρειάζεται να θυμόμαστε αυτούς τους τρόπους της Ανάστασης και να τους ζούμε: την ενότητα, την συμμετοχή στη ζωή της Εκκλησίας και την πίστη ότι όλοι καλούμαστε να είμαστε μαζί, την Θεία Κοινωνία, την αγάπη, την συμφιλίωση με τους εχθρούς μας, την πίστη ότι ο θάνατος δεν μπορεί πλέον να μας βλάψει. Όλα αυτά χτίζουν ένα άλλο τρόπο ζωής, ο οποίος μπορεί να μην φαίνεται ότι έχει δύναμη στον κόσμο, αλλά λειτουργεί μυστικά, όπως ο σπόρος που θάβεται, για να βγει στάχυ, καινούριος καρπός που θα θρέψει με το ψωμί τους ανθρώπους. Αυτό είναι και ο Χριστός. Θάφτηκε και Αναστήθηκε. Το ίδιο κι εμείς, αν πιστεύομε σε Εκείνον.

Η Ανάσταση του Χριστού, αρχή μιας νέας ζωής για τον άνθρωπο και τον κόσμο. Αρχή μιας ζωής χωρίς εχθρότητες, αφού η αγάπη αποκρούει όλα τα βέλη του πονηρού, αφού η αγάπη δεν αφήνει χώρο για μικρότητες και μίση, γιατί τι κάνει, αφήνει πολύ χώρο για αγάπη, αφήνει χώρο στην καρδιά να χωρέσει και ο άλλος, «συν-χωρεί». Αλλά δυστυχώς εμείς λέμε το Χριστός ανέστη, αλλά την ίδια στιγμή λίγη κακία, λίγο μίσος και φθόνος περνάει σαν κρύο αεράκι από τις καρδιές μας. Άραγε το λέμε το Χριστός ανέστη γιατί έτσι πρέπει; Γιατί έτσι είναι η παράδοση, ή γιατί θέλουμε αυτή την χαρά της αναστάσεως του Χριστού μας να την μεταφέρουμε και στην προσωπική μας ζωή. Γιατί αυτό που ζούμε, αυτή την χαρά που αισθανόμαστε, αυτή την χαρά που βγαίνει από το πρόσωπο μας, αυτή την χαρά που αισθανόμαστε και η οποία αντικατοπτρίζεται στα μάτια μας καθώς το στόμα μας λέγει το «Χριστός ανέστη».

Ναι ο Χριστός μας Αναστήθηκε και εμείς κάθε ημέρα αυτό προσδοκούμε. Να αλλάξει η ζωή μας. Να μας απαλλάξει από τα δεινά, από τα ποικίλα βάρη της ζωής μας, να φύγουμε από τον Γολγοθά, από τον σταυρό μας και να φτάσουμε στην Ανάσταση. Αυτός είναι ο σκοπός μας, να αγιάσουμε την ζωή μας και ο Χριστός θα μας αγιάσει. Πόσες χιλιάδες και μυριάδες αγίων κάθε ημέρα διαβάζουμε στα συναξάρια, και κάθε τόσο δόξα το Θεό αυξάνονται, αγίων ανθρώπων που έζησαν την προσωπική τους ανάσταση. Ανθρώπων που ακτινοβολούσαν και αυτοί το φως της αναστάσεως του Χριστού μας.

Αυτό προσπαθεί να κάνει πράξει και η αγία μας εκκλησία. Να μας πει παιδιά μου ήρθατε εδώ σήμερα όχι για να περάσει ο καιρός σας αλλά για να γευτείτε λίγη –λίγη ανάσταση από την ανάστασή μου. Για να πάρετε λίγο φώς από το φώς μου, λίγη αγάπη από την Αγάπη μου. Εδώ στην εκκλησία ένας και μόνο είναι ο σκοπός της προσελεύσεως μας, να γίνουμε άγιοι, να παλέψουμε όμως για να γίνουμε άγιοι. Να πονέσουμε, ναι να πονέσουμε γιατί για να αναβλύσει από μέσα μας το φως της αναστάσεως του Χριστού μας πρέπει να αφήσουμε τον Χριστό να σκάψει βαθιά μέσα. Γιατί αυτό το φως βγαίνει από την ταπείνωση! Αν δεν υπάρχει αυτό το χάρισμα ή αυτή η διάθεση για ταπείνωση τότε μάταια κοπιάζουμε να ακτινοβολήσουμε το φως της Αναστάσεως. Μάταια και κενά είναι τότε όλα, και οι νηστείες και οι γονυκλισίες, και ο καθημερινός εκκλησιασμός.  Πόσο θλιβερή θα ήταν η ζωή μας χωρίς την πίστη και την ελπίδα της αναστάσεώς μας! Τί είναι ο τάφος χωρίς την ελπίδα της αναστάσεως! Σκοτάδι. Απελπισία. Πίκρα. Απογοήτευση. Τί δίνει η ανάσταση του Χριστού; Χαρά. Ελπίδα. Φως. Θάρρος. Ενθουσιασμό. Πόσο δίκιο έχουν οι Πατέρες μας, που ύμνησαν τον αναστάντα Σωτήρα Χριστό με τα λόγια: «Προσέλθωμεν λαμπαδηφόροι, τῷ προϊόντι Χριστῷ ἐκ τοῦ μνήματος, ὡς νυμφίῳ. Καί συνεορτάσωμεν ταῖς φιλεόρτοις τάξεσι Πάσχα Θεοῦ τὸ σωτήριον».

Τώρα είμαστε στον δρόμο. Βαδίζομε για την αιώνια ζωή. Εδώ είμαστε ξένοι και πάροικοι. Εδώ είναι τόπος ετοιμασίας. Πατρίδα μας είναι η άνω Ιερουσαλήμ, η Εκκλησία των πρωτοτόκων. Εδώ σπέρνομε. Εδώ εργαζόμαστε εν ιδρώτι του προσώπου μας. Θλιβόμαστε. Κοπιάζομε. Τους καρπούς θα τους αποκτήσουμε εις «τας αιωνίους μονάς», στον Παράδεισο. Φαίνεται, πως η ζωή στην γη περνάει τόσο γοργά, σαν χείμαρρος. Σβήνει πριν προφθάσεις να την καταλάβεις. Πριν την γευθείς. Και όμως. Για όσους πιστεύουν στην ανάσταση του Κυρίου, η γαλήνη και η παρηγοριά της γλυκιάς χαραυγής της κοινής αναστάσεως της αιωνίου ζωής φωτίζει και τις καρδιές και τις διάνοιες και τα ζοφερά σκοτάδια, που απλώνει γύρω τους η παγωνιά της αποστασίας από τον Χριστό. Όποιος πιστεύει στον Χριστό και στην Ανάστασή Του, ξέρει, ότι οι δίκαιοι την ημέρα της κοινής αναστάσεως θα λάμψουν σαν τον ήλιο και θα είναι ένδοξοι σαν θεοί.

Γι’ αυτό στον ωραίο του λόγο για την ανάσταση , ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος ερωτά: «Πού σου θάνατε, το κέντρον», δηλ. το δηλητήριο, το φαρμάκι σου; Έσβησε. Εχάθη. Ως την ανάσταση του Χριστού η πίκρα ήταν δική μας. Τώρα η πίκρα είναι του άδη, δηλ. του διαβόλου. Με την ανάσταση του Χριστού ο άδης πικράθηκε. Πικράθηκε, γιατί καταργήθηκε. Πικράθηκε, γιατί ενεπαίχθη! Πικράθηκε! «ἰδοὺ γὰρ ἦλθε διὰ τοῦ Σταυροῦ χαρὰ ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ». Φωτίζου, Φωτίζου λοιπόν, η νέα Ιερουσαλήμ.

Πώς μετά από αυτά να μην γεμίζει χαρά το στόμα μας και ευφροσύνη η καρδιά μας, όταν έστω και αμαρτωλοί, ψάλλουμε το : Χριστὸς ανέστη;… Πρέπει να χαίρουμε. Να χαιρόμαστε όλοι. Να σκιρτάμε από χαρά ολόκληροι. Και χαίροντες, πρέπει να ευχαριστούμε τον Κύριο. Να υμνολογούμε τον Αίτιον της Αναστάσεως, τον μόνον ευλογητόν των Πατέρων Θεόν, τον υπερένδοξον και να υμνούμε την Ανάστασή Του.

Και με πίστη ορθή, με αγάπη θερμή, με ελπίδα ακλινή, με το βλέμμα στραμμένο στου Χριστού την μορφή, εξ όλης ψυχής και εξ όλης καρδίας, με καρδιά που πιστεύει ακράδαντα και χείλη που ομολογούν χωρίς δισταγμούς, να ψάλλωμε το «Χριστὸς ἀνέστη».  

Τετάρτη 13 Απριλίου 2022

Π Ρ Ο Γ Ρ Α Μ Μ Α ΙΕΡΩΝ ΑΚΟΛΟΥΘΙΩΝ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΛΑΜΠΡΟΦΟΡΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ

 

ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΝ

ΙΕΡΑ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΗ ΚΡΗΤΗΣ

 

 

ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

Π Ρ Ο Γ Ρ Α Μ Μ Α

ΙΕΡΩΝ  ΑΚΟΛΟΥΘΙΩΝ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ

ΚΑΙ ΤΗΣ ΛΑΜΠΡΟΦΟΡΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ

 

 

ΑΠΡΙΛΙΟΣ   17.              ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ                         ΩΡΑ ΕΝΑΡΞΗΣ

 

Πρωΐ     Ὁ Ὄρθρος καίΘεία Λειτουργία                                                      07:00

σπέρας  κολουθία τοΝυμφίου.                                                                  19:30΄

 

18. ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ

Πρωΐ    Θεία Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων.                                             08:00΄

σπέρας κολουθία τοΝυμφίου.                                                                 19:30΄

 

                                                               19. ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ

Πρωΐ    Θεία Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων.                                             08:00΄

σπέρας  κολουθία τοΝυμφίου.                                                                19:30΄

 

20. ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ

Πρωΐ    Θεία Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων.                                              08:00΄

σπέρας  ερό Εὐχέλαιο.                                                                                  17:30΄

                   κολουθία τοῦ Ὄρθρου τς Μεγάλης Πέμπτης                         19:30΄

 

21. ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ

ΔΥΟ ΘΕΙΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ

Πρωΐ                Α) Μ. Ἑσπερινός & Θεία Λειτουργία τοῦ Μ. Βασιλείου

στον Μικρό Ναό                    07:00΄

 

                           Β) Μ. Ἑσπερινός & Θεία Λειτουργία τοῦ Μ. Βασιλείου

στον Μεγάλο Ναό              08:00΄

 

21. ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ

σπέρας  κολουθία τνγίων Παθῶν                                                              19:30΄

 

 

22. ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

Πρωΐ     κολουθία τν Μεγάλωνρν καίΜεγάλος Ἑσπερινός                08:30΄

 

σπέρας  κολουθία τοῦ Ἐπιταφίου Θρήνου, ἤτοι τοῦ Ὄρθρου τοῦ Μεγάλου         

Σαββάτου - Ἔξοδοςπιταφίων.                                                  20:00΄

 

 

 

 

23. ΜΕΓΑ ΣΑΒΒΑΤΟΝ

Πρωΐ     Μεγάλος Ἑσπερινός καί Θεία Λειτουργία τοΜεγάλου Βασιλείου.           08:00΄

 

                                                              24. ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ

Νύκτα   τοῦ Μεγάλου Σαββάτου. Κωδωνοκρουσίαλων τῶνερν Ναῶν.                     22.30΄

κολουθία τς Παννυχίδος.                                                                                                     23.00΄

τελετή τςναστάσεως. Ὁ Ὄρθρος καίΘεία Λειτουργία                                           24.00΄

 

 

Πρωΐ   ὁ Μεγάλος Ἑσπερινός τςγάπης                                                                              10.00΄

 

 

      25. ΔΕΥΤΕΡΑ ΤΗΣ ΔΙΑΚΑΙΝΗΣΙΜΟΥ

ΕΟΡΤΗ ΑΓΙΟΥ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΤΡΟΠΑΙΟΦΟΡΟΥ

Πρωΐ    ρθρος καί Θεία Λειτουργία στο μικρό Ναό                                                   07:30΄

 

26. ΤΡΙΤΗ ΤΗΣ ΔΙΑΚΑΙΝΗΣΙΜΟΥ

ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΡΑΦΑΗΛ- ΝΙΚΟΛΑΟΥ & ΕΙΡΗΝΗΣ

Πρωΐ    ρθρος καί Θεία Λειτουργία στο μικρό Ναό                                                 07:30΄

 

 

 

Παρασκευή 1 Απριλίου 2022

« Κύριε και Δέσποτα της ζωής μου, πνεύμα αργίας, περιεργείας, φιλαρχίας και αργολογίας μη μοι δως».

Του Πρεσβυτέρου

Μιχαήλ Παπαθεοχάρη

  

         « Κύριε και Δέσποτα της ζωής μου, πνεύμα αργίας, περιεργείας, φιλαρχίας και αργολογίας μη μοι δως».

 

        Μια από τις ωραιότερες ευχές που υπάρχουν στην εκκλησιαστική υμνολογία μας, μια ευχή εκφράζουσα την εν Χριστώ άσκηση και εσωτέρα κάθαρση, είναι αυτή, η ευχή του Οσίου Εφραίμ του Σύρου, την οποία χρησιμοποιούμε νυχθημερόν κατά την περίοδο της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής.   Μια σύντομη ευχή η οποία αναφέρεται στον ατέρμονα αγώνα του Χριστιανού να αποβάλλει τα πάθη του και να ενδυθεί τις αρετές του Κυρίου.  Κατέχει δε σημαντικότατη  θέση στην καθόλου λατρεία της νηστησίμου περιόδου, διότι απαριθμεί με ένα μοναδικό τρόπο όλα τα αρνητικά και θετικά στοιχεία της μετάνοιας και αποτελεί ένα κανόνα ελέγχου, ένα προσωπικό έλεγχο των θετικών και αρνητικών στοιχείων, ώστε αυτός να μας οδηγήσει στην απελευθέρωση από τα πάθη μας, και στην ενσωμάτωσή μας με τον Χριστό, διότι εκεί και μόνο υπάρχει η ουσιαστική ελευθερία.         

        Εκφωνούντες στο προοίμιο της ευχής το « Κύριε και Δέσποτα της ζωής μου», αυθωρεί αναγνωρίζουμε ότι Αυτός είναι ο Κύριος και Θεός μας, ο στοργικός και εύσπλαχνος Πατέρας μας, που εάν θέλουμε να αποκαλούμαστε γνήσιοι και αυθεντικοί υιοί του, πρέπει να απελευθερωθούμε από τα πάθη, να Τον ενδυθούμε, ζώντες σύμφωνα με το άγιο θέλημά Του. 

        Το αρχικό πάθος που αναφέρει  εδώ ο Όσιος Εφραίμ, είναι το πάθος της αργίας, δηλαδή η ψυχόλεθρη οκνηρία και παθητικότητα ολόκληρης της υπάρξεώς μας. Αργία είναι, με άλλες λέξεις, η απραξία, η έλλειψη διαθέσεως για εργασία, μια κατάσταση ράθυμη. Ο Κύριος εργάζεται αδιαλείπτως, μας αναφέρει Ιωάννης ο Ευαγγελιστής : « Ο Πατήρ μου έως άρτι εργάζεται καγώ εργάζομαι». Και τούτο γιατί ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο και εξακολουθεί να συνεχίζει το δημιουργικό του έργο, αφού μετά την δημιουργία δεν εγκατέλειψε τον κόσμο, αλλά εξακολουθεί να τον φροντίζει, να τον συντηρεί και μάλιστα να τον διακυβερνά στο τελικό του προορισμό. Έτσι η εργασία κατανοείται ως συμμετοχή του ανθρώπου στο δημιουργικό έργο του Θεού, και γίνεται, τρόπον τινά, ο άνθρωπος συν-δημιουργός του Θεού και συνδοξάζεται.  

        Στενά συνδεδεμένο με το πάθος της αργίας είναι και το πάθος της περιεργείας. Η περιέργεια φανερώνει την έλλειψη επίγνωσης και μετάνοιας καθώς και νοσηρή πνευματική κατάσταση. Απομονώνει τον άνθρωπο, τον καθιστά αντιπαθή μεταξύ των συνανθρώπων του και κολάζει επί πλέον την ψυχή του. Με άλλα λόγια η περιέργεια ως πάθος υπερβαίνεται μόνο στον βαθμό που ο άνθρωπος βρίσκει το κρυμμένο κέντρο της υπάρξεώς του, αυτό που ο Απόστολος ονομάζει «καρδίαν», η οποία όμως σύμφωνα με τον ψαλμωδόν πρέπει να είναι «συντετριμμένη και τεταπεινωμένη».  

        Φιλαρχία, είναι η αγάπη για την εξουσία, την πρωτοκαθεδρία, την αρχηγία. Εκφράζεται ως τάση επιβολής επί των άλλων και είναι αποτέλεσμα εγωισμού και ελλείψεως αυτογνωσίας. Η φιλαρχία αποκαλύπτει την κενότητα στην ψυχή μας, τον πνευματικό μαρασμό του ανθρώπου, την κατάσταση του σκοτασμού της ψυχής του, άρα και την τραγικότητα της υπάρξεώς του. Ο φίλαρχος, μη έχοντας εσωτερική πληρότητα αναζητεί να γεμίσει  το κενό της ψυχής του δια της επιβολής του επί των άλλων, δια της ικανοποιήσεως των φιλοδοξιών του. Αγνοεί την Ευαγγελική ρήση  «οι πρώτοι έσονται έσχατοι και οι έσχατοι πρώτοι». Φιλαρχία όμως, και πρωτιά, μπορούν να συνυπάρξουν μέσα στον Χριστιανισμό. Πώς ; όταν αυτή η πρωτιά είναι διακονία αγάπης και θυσίας χάρη του συνανθρώπου. « Εί τις θέλει πρώτος είναι, έσται πάντων έσχατος και πάντων διάκονος».

        Τελευταίος κρίκος του πλέγματος των παθών που αναφέρει ο Όσιος Εφραίμ, είναι η αργολογία. Η αργολογία είναι καθέδρα της κενοδοξίας λέγει ο Άγιος Ιωάννης της κλίμακος. Καθισμένη επάνω της η κενοδοξία προβάλλει και διαφημίζει τον εαυτό της. Η πολυλογία είναι σημάδι αγνωσίας, θύρα της καταλαλιάς, οδηγός στα ευτράπελα, πρόξενος της ψευδολογίας, σκορπισμός της κατανύξεως, είναι αυτή που προσκαλεί και δημιουργεί την ακηδία. Ο Πέτρος επειδή μίλησε « έκλαυσε πικρώς», ελησμόνησε το στόμα του ψαλμωδού, που είπε : « Είπα, φυλάξω τας οδούς μου, του μη αμαρτάνειν με εν γλώσση μου» (ψαλμ. Λη΄,2). Η σιωπή ακόμη του Ιησού, δημιούργησε στον Πιλάτο σεβασμό. Η σιωπή είναι «μήτηρ της προσευχής, κλεις του παραδείσου χρύσειος». Ο άνθρωπος δια της σιωπής καλλιεργεί την ψυχή του, αυξάνει τις αρετές, οδηγείται στην επίγνωση και στην μετάνοια. Κατά τους νηπτικούς πατέρες τούτο είναι αποτέλεσμα συνεργασίας της χάριτος του Θεού και της επιπόνου εργασίας του νου του ανθρώπου δια της επικλήσεως του ονόματος του Ιησού, «Κύριε Ιησού Χριστέ Υιέ του Θεού, ελέησόν με», της μικρής αυτής και σύντομης ευχής, αλλά μεγάλης σε νόημα, δια της οποίας νικούμε τα πάθη και αποσοβούμε τα πυρφόρα βέλη του παγκακίστου διαβόλου, καλλιεργούμε δε και αυξάνουμε τις αρετές. Με βάση τα παραπάνω κατανοούμε ότι υπερβαίνεται εύκολα το δίλημμα που θέτουν αρκετοί Χριστιανοί, να μιλάει κανείς ή να σιωπά ; Εφόσον όμως, η σιωπή είναι χρυσός, καλύτερα κανείς με την σιωπή του να μιλά, και η ομιλία του να είναι καρπός σιωπής.

        Ο Όσιος Πατήρ, αναφέρεται στην συνέχεια στις αρετές της σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, υπομονής και αγάπης.

        « Πνεύμα δε σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, υπομονής και αγάπης χάρισαί μοι τω σω δούλω».

        Ο αγώνας του πιστού έγκειται στην εκδίωξη των παθών και  την απόκτηση αρετών. Η σωφροσύνη αποτελεί έκφραση θεοσεβείας. Έτσι η σωφροσύνη προϋποθέτει κατά κύριο λόγο την πίστη στον Θεό. Άλλωστε η απιστία και η αθεΐα, κατά την Γραφή, θεωρούνται ως καρπός αφροσύνης, «Είπεν άφρων εν τη καρδία αυτού ουκ έστι Θεός». Το δεύτερο χάρισμα που αιτεί εδώ ο πιστός είναι η αρετή της ταπεινοφροσύνης. Ο Όσιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος λέγει : ό,τι δεν γίνεται με ταπεινοφροσύνη και πνευματική γνώση, ό,τι και αν είναι αυτό, σε τίποτα δεν ωφελεί εκείνον που το πράττει. Η γνήσια ταπεινοφροσύνη, παράλληλα με τη σωματική άσκηση βεβαίως, κυρίως αποκτάται μέσω της ορθής συμπεριφοράς έναντι του πλησίον, δηλ. μέσω της αγάπης. Η ταπεινοφροσύνη κατά τους πατέρες δεν μπορεί να νοηθεί ανεξάρτητα από την υπομονή, το τρίτο χάρισμα το οποίο αιτεί ο πιστός μέσα από την παρούσα ευχή. « Ο υπομείνας εις τέλος, είπε, ούτος σωθήσεται» (Ματθ. 10,22). Αυτή δίνει τη δύναμη της αντοχής ιδιαιτέρως στις θλίψεις και στους πειρασμούς. Τελευταίο χάρισμα που ζητά να αποκτήσει ο πιστός είναι η αγάπη. Και οι τέσσερις αυτές αρετές σχετίζονται άμεσα μεταξύ τους, διότι από την σωφροσύνη έρχεται η ταπεινοφροσύνη, από αυτήν η υπομονή και αποτέλεσμα όλων  είναι η αγάπη. Και εάν έχω όλα τα χαρίσματα αυτά και δεν έχω αγάπη «γέγονα χαλκός ηχών ή κύμβαλον αλαλάζον» λέγει ο Παύλος. Η αγάπη θεωρείται ως επιστέγασμα όλων των αρετών, καθώς για την χριστιανική πίστη τίποτα δεν έχει νόημα αν δεν καταλήγει στην αγάπη. Και τούτο διότι, όπως αναφέρει ο Ιωάννης ο Θεός «αγάπη εστίν. Και ο μένων εν τη αγάπη εν τω Θεώ μένει, και ο Θεός εν αυτω». Με άλλα λόγια η κάθε αρετή είναι χριστιανική στον βαθμό που μετέχει και εκφράζει την αγάπη. Μιλώντας όμως για την αγάπη εννοούμε όχι αυτή που ο πολύς κόσμος ίσως εννοεί, αλλά αυτή που ο ίδιος ο Κύριος εφανέρωσε. Μια αγάπη έτσι ξέχωρη από την πίστη του χριστιανισμού παύει να είναι αγάπη, έστω και αν χρησιμοποιεί το όνομά της. Αυτό σημαίνει ότι πίστις και αγάπη συμπορεύονται. Ισχύει δηλαδή το του Αποστόλου «Πίστις δια αγάπης ενεργουμένη». Κύριο γνώρισμα αυτής της εν Χριστώ αγάπης είναι η θυσία του ενός προς χάρη του άλλου, έστω και του θεωρούμενου εχθρού, «αγαπάτε τους εχθρούς ημών», αναφέρεται στο κατά Ματθαίου (5,44). Στην εν Χριστώ αγάπη δηλαδή, δεν υπάρχουν όρια. Όριο είναι μόνο ο ίδιος ο θάνατος. Η αγάπη ως προς την ποιότητά της είναι ομοίωση με τον Θεό, όσο βέβαια είναι δυνατόν στους ανθρώπους. Η αγάπη κυρίως, λέγει ο Α. Ιωάννης της κλίμακος, είναι απόρριψις κάθε εχθρικής και αντιθέτου σκέψεως, εφόσον, η αγάπη «ου λογίζεται το κακόν» (Α΄Κορινθ.Ιγ,5). Εκείνος, αγαπητοί μου, ο οποίος αγαπά, θέλει περισσότερο να ευεργετεί παρά να ευεργετείται. Και θέλει αυτός μεν να αρχίζει τις ευεργεσίες, αλλά να μην γίνεται αντιληπτό ότι αρχίζει να ευεργετεί. Επίσης, ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, αναφέρει ότι, για να αποκτήσεις υπομονή όχι μόνο πρέπει να αγαπάς με την καρδιά σου αυτούς που σε ενόχλησαν, αλλά και να λες σε αυτούς λόγια πραότητος και αγάπης, αλλά και αν μπορείς και να τους υπηρετείς ακόμη ! Αγάπα σαν να πρόκειται να μισήσεις και έτσι να μισείς σαν να πρόκειται να αγαπήσεις.                   

          Είναι αυτονόητο λοιπόν, ότι η αγάπη αυτή ανήκει στα καθ΄ υπερβολήν χαρίσματα του Θεού, εκφράζει δηλαδή την υπερ φύσιν ζωή που δίδαξε ο Χριστός. Αυτό σημαίνει ότι χωρίς τη βοήθεια του Θεού η αγάπη παραμένει ανενέργητη και κενή γνώση. Επίσης η αγάπη « ου ζητεί τα εαυτής», δηλαδή πρέπει να είναι ανιδιοτελής η αγάπη μας, δεν αγαπάμε για να μας αγαπούν, ούτε αγαπάμε περιμένοντας ανταπόδοση, αν περιμένουμε τότε  δυστυχώς η αγάπη μας είναι ουτοπία και ψευδής !

Καμία άλλη αρετή δεν μπορεί να προξενήσει απάθεια στην ψυχή, παρά μόνο η αγάπη. Γιατί αγάπη είναι η εκπλήρωση όλου του νόμου, είναι το δώρο που αποτελεί σκοπό για κάθε πνευματική προετοιμασία και άσκηση.

        Και όλα αυτά συγκεφαλαιώνονται στην τελική αίτηση της ευχής : «ναι, Κύριε Βασιλεύ, δώρησαί μοι του οράν τα εμά πταίσματα και μη κατακρίνειν τον αδελφόν μου». Βοήθησέ με Κύριε να δω τα δικά μου σφάλματα και να μην κατακρίνω τον συνάνθρωπό μου. Η ερμηνεία της πραγματικότητας αυτής ανήκει πρωτίστως στην επιστήμη της ψυχολογίας, αλλά και εμείς μπορούμε να υποψιαστούμε το τι γίνεται, παρατηρώντας πολλές φορές τον ίδιο τον εαυτό μας. Εκείνος λοιπόν που αγνοεί τα δικά του σφάλματα και «χαϊδεύει» γενικώς τον εαυτό του, δεν σημαίνει ότι εξαλείφει και τα σφάλματά του. Απλώς τα καταχωρεί στο υποσυνείδητό του και το μόνο που καταφέρνει είναι να έχει ενοχές, να βλέπει τα σφάλματα του άλλου και να παραμερίζει τα δικά του.

        Αγαπητοί μου, τι πιο ωραίο μπορούσαμε να ζητήσουμε από τον Θεό, να μην κατακρίνουμε τον συνάνθρωπό μας και να ασχοληθούμε περισσότερο με την ψυχή μας, με τον εαυτό μας, έτσι ώστε με καθαρή καρδιά και αγνό λογισμό, να εκφωνήσουμε στον Κύριό μας : «Ότι ευλογητός ει εις τους αιώνας των αιώνων!»